Ένα παλικάρι της μετακατοχικής Ελλάδας, ο Οδυσσέας, προσπαθεί να χτίσει την προσωπικότητά του έχοντας ως πρότυπα μια θρησκόληπτη μάνα και ένα κουμμουνιστή πατέρα, που γνώρισε για πολύ λίγο. Δύσκολο κράμα. Ωστόσο, η αστείρευτη αγάπη της μητέρας του, η υπομονή και οι σοφές επισημάνσεις της αποτελούν σημαντικά εφόδια στη μοναχική του πορεία.
«Παιδί μου, γεννιόμαστε όλοι στον ίδιο κόσμο, όμως… ζούμε, ως φαίνεται, σε διαφορετικούς κόσμους. Μη το ξεχάσεις αυτό ποτέ. Ζούμε σε διαφορετικούς κόσμους»
Η εικόνα της μάνας κουβαλούσε μια φόρτιση που ήταν όλα όσα τον συνδέανε με τη ζωή. Αλλά και οι παραινέσεις του απόντα πατέρα, που δεν ξεχάστηκαν ποτέ, αφήνουν πάνω του τα σημάδια τους.
«Τα παιδιά μας δεν θα πρέπει να ζήσουν όπως εμείς στη φτώχια και την αγραμματοσύνη»
Υπάρχει κι ο αδελφικός φίλος και μέντορας του, ο Στέφανος, που αξιολογεί και με τον μοναδικό τρόπο του οριοθετεί τους κανόνες ζωής.
«Εγώ, τον πλούτο των ανθρώπων, Οδυσσέα μου, δεν τον ψάχνω στην τσέπη τους, παρά τον ψάχνω στην καρδιά τους. Κι’ εσένα σε βρίσκω πολύ πλούσιο»
Μ' αυτά τα εφόδια κατορθώνει να εισαχθεί και να πρωτεύσει στο Πολυτεχνείο. Η πολιτική κακοδαιμονία της χώρας, όμως, δεν τον ξεχνά. Βασιλική καμαρίλα, πολιτική αποστασία και Ιουλιανά τον θέτουν μπροστά σε νέους προβληματισμούς και διλλήματα. Ούτε, όμως και ό έρωτας τον αφήνει ανέγγιχτο. Η Αγγελική γίνεται το ορόσημο της ζωής του. Η χούντα των συνταγματαρχών προσπαθεί να τον εξευτελίσει, όταν υπηρετεί στο στρατό. Κοντά του βρίσκεται ο Χρίστος, στον οποίο και ανοίγει την καρδιά του.
Ποιό είναι το αντιστάθμισμά του σε όλα αυτά; Θα μπορέσει, άραγε, να πραγματοποιήσει το δικό του όνειρο;